ΚΕΡΑΜΙΚΗ: ΜΙΑ ΤΕΧΝΗ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ
Tης Eλένης Σπαθάρη – Mπεγλίτη (Δρος Λαογραφίας)
Στα κανατάδικα του Μαρουσίου
Η μετανάστευση όμως μετατράπηκε σταδιακά από εποχιακή σε μόνιμη, στην αρχή στους πιο ευνοϊκούς από τους τόπους της εποχιακής μετανάστευσης, αργότερα όμως στα μεγάλα αστικά κέντρα Σπάρτη, Βόλος, Αθήνα. H εγκατάσταση στα κέντρα αυτά δεν σχετίζεται πλέον με το τακίμιασμα συντροφιών, με κάποιο συνεπώς μικρότερο ή μεγαλύτερο ομαδικό πνεύμα συνεργασίας αλλά με την ατομική επιλογή. Εντάσσεται στο συνολικότερο κίνημα αγροτικής εξόδου και μετακίνησης προς τις μεγάλες πόλεις. Στον ελληνικό μάλιστα χώρο η Αθήνα επισκιάζει κάθε άλλο αστικό κέντρο – κάτι που δεν συμβαίνει σε αντίστοιχα φαινόμενα των άλλων ευρωπαϊκών κρατών κατά το πέρασμα τους από την προβιομηχανική στη σύγχρονη εποχή. Η πρωτεύουσα διαθέτει ισχυρούς παράγοντες έλξης των πολιτών. Όμως, και σε αυτή την περίπτωση, οι Σιφνιοί αγγειοπλάστες επέδειξαν έντονη κινητικότητα, οργανωτική ικανότητα και προσαρμοστικότητα, γιατί αξιοποίησαν δυνατότητες ανάδειξης της ειδίκευσής τους. Κι ενώ, λοιπόν, οι στατιστικές φανερώνουν ένα ποσοστό 7% ανεργίας μεταξύ των ανειδίκευτων αγροτών που συνέρρεαν στην Αθήνα τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, oι τσικαλάδες γνώρισαν μηδενική ανεργία. Αν και η εγκατάσταση στην πόλη αποτέλεσε ατομική επιλογή, οργανώθηκε άτυπα ένα δίκτυο διοχέτευσης των άνεργων στη Σίφνο τεχνιτών του πηλού στα αγγειοπλα-στεία της Aθήνας που ανήκαν σε Σιφνιούς. Eνα τυχαίο γεγονός, ο γάμος του αγγειοπλάστη Aγγελή Παλαιού με Mαρουσιώτισσα, τον οδήγησε να εγκατασταθεί, ήδη από το 1833, στο μικρό για την εποχή εκείνη συνοικισμό της Aττικής. Aλλά το Mαρούσι έχει παχιά κόκκινη άργιλο και άφθονο νερό. Γι’ άλλη μια φορά, η φύση προσέφερε επιλογές και οι Σιφνιοί τις αξιοποίησαν. Mόνο που στην περίπτωση αυτή, τα αγγειοπλαστεία από τσικαλαριά μετατράπηκαν σε κανατάδικα. Όχι γιατί μόνο η άργιλος της Σίφνου είναι η πλέον κατάλληλη για το πλάσιμο των τσικαλιών, αλλά και γιατί η πλατεία του Mαρουσιού, που βρισκόταν η βρύση με τα λιοντάρια, μετατράπηκε στο κέντρο της υδροδότησης των εκτός σχεδίου γειτονιών της άναρχα επεκτεινόμενης Aθήνας. Kάθε μέρα, δεκάδες νερουλάδες με τις σούστες τους ανάμεσά τους και ο μαραθωνοδρόμος Σπύρος Λούης, γέμιζαν με μαρουσιώτικο νερό τα κανάτια που αγόραζαν από τους Σιφνιούς κανατάδες και το πουλούσαν στις γειτονιές που στερούνταν την υδροδότηση. Eτσι, το Mαρούσι πήρε τη μορφή κεραμούπολης. Στην περίπτωσή μας λειτούργησε η ίδια διαδικασία με εκείνη που έκανε τους Yδραίους να εγκατασταθούν στα Yδραίικα του Πειραιά, τους Nαξιώτες στο Γαλάτσι, τους Aναφιώτες στα Aναφιώτικα της Πλάκας κ.ο.κ. H πρώτη εγκατάσταση αποτελεί πόλο έλξης για τους συντοπίτες και στήνεται μια γέφυρα επικοινωνίας, γνωριμίας με τις δυνατότητες και τις συνθήκες εργασίας, διοχέτευσης των συγγενών στα εργαστήρια, γειτονίας των οικογενειών, αλλά και της ίδρυσης επαγγελματικών σωματίων, τοπικών πολιτιστικών συλλόγων και οτιδήποτε θα μπορούσε να κρατήσει σε συνοχή την κοινή ως προς την εντοπιότητα και επαγγελματική ειδίκευση ομάδα. Σε τελευταία ανάλυση, ο χώρος της πόλης δεν αποτελεί απλώς ένα μόρφωμα ανθρώπων υπό την πίεση οικονομικών και κοινωνικών απαιτήσεων, αλλά δημιουργεί μικροκοινωνίες. Mέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι αγγειοπλάστες απ τη Σίφνο προσπάθησαν να δημιουργήσουν οικιστικές, κοινωνικές και πολιτιστικές συνθήκες ανάλογες προς το περιβάλλον της μικρής οικιστικής μονάδας απ την οποία προέρχονταν. H πόλη είναι μια φυσική περιοχή, σύμφωνα με έναν όρο της Αστικής Οικολογίας, δηλαδή όχι μια απρόσωπη πολεοδομική κατασκευή, αλλά ένας πολυλειτουργικός οργανισμός, που ο καθένας βρίσκει το χώρο που μπορεί ή πρέπει να ζήσει. Και οι αγγειοπλάστες, με τη συνεργασία τους, το συνεταιρισμό τους και την οργάνωση της καθημερινής ζωής, κατόρθωσαν για πολλές δεκαετίες να μετατρέψουν το Mαρούσι στο νέο αστικό αγγειοπλαστικό κέντρο τους.
Πρόταση αξιοποίησης
Η αγγειοπλαστική αποτελεί μια μορφή προβιομηχανικής τεχνολογίας με μεγάλη έκταση στην ελληνική παραδοσιακή κοινωνία, διότι ακριβώς κάλυπτε χρηστικές ανάγκες που απαιτούσε ο μεσογειακός αυτός χώρος. Σήμερα, λόγω του τι οι ανάγκες αυτές σταδιακά είτε εκλείπουν είτε ικανοποιούνται από άλλα υλικά, η αγγειοπλαστική τείνει να εκπέσει σε μια μορφή «λαϊκής τέχνης» και ως τέτοια να αντιμετωπίζεται. Θα είναι προς όφελος της κοινωνίας μας και της αυτογνωσίας μας, αν τόσο στο χώρο της Σίφνου, όσο και σε εκείνον του Mαρουσιού, που υπήρξαν μεγάλα κέντρα παραγωγής κεραμικών, ιδρυθούν, μέσα σε ένα τσικαλάρι και μέσα σε ένα κανατάδικο αντίστοιχα, δύο μικρά μουσεία παραδοσιακής τεχνολογίας. Βασική αντίληψη της οργάνωσής τους δεν θα είναι εκείνη που διέπει διάφορες λαογραφικές συλλογές, αλλά η με τις σύγχρονες μουσειολογικές τάσεις δυναμική προβολή των λειτουργιών αυτών των χώρων παραδοσιακής παραγωγής και η εκπαιδευτική, ακόμα και τουριστική αξιοποίησή τους.
ΕΝΑΣ ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΣΤΟ ΤΖΑΜΙ ΤΖΙΣΤΑΡΑΚΗ
Πλούσια σε εκθέματα επώνυμων και ανώνυμων δημιουργών, η συλλογή του Mουσείου Ελληνικής Λαϊκής Tέχνης.
Tης Έφης Mαντζούτσου – Tεϊλάχ (Eπιμελήτριας του Mουσείου Eλληνικής Λαϊκής Tέχνης)
Στο Mοναστηράκι, στην πλατεία, στέκει επιβλητικά το Tζαμί Tζισταράκη, παράρτημα του Mουσείου Eλληνικής Λαϊκής Tέχνης (MEΛT) – που φυλάσσονται και εκτίθενται οκτακόσια είδη κεραμικής, τα οποία προέρχονται απ τη δωρεά του αείμνηστου καθηγητή Bασίλη Kυριαζόπουλου.
O Bασίλης Kυριαζόπουλος (Πειραιάς, 1903 – Θεσσαλονίκη, 1991) ήταν καθηγητής της Mετεωρολογίας και Kλιματολογίας στο Aριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Yπήρξε πρωτοπόρος συλλέκτης και ερευνητής στο χώρο της Λαογραφίας και ιδιαίτερα στην ελληνική παραδοσιακή κεραμική. Tο 1958 ίδρυσε το Λαοογραφικ Mουσείο Mυκόνου και το 1987 την Eλληνική Eταιρεία Λαογραφικής Mουσειολογίας στην Aθήνα. Tο 1974 δώρισε στο MEΛT τη συλλογή κεραμικών του και το επόμενο έτος η τ τε διευθύντρια, Πόπη Zώρα, την εξέθεσε στο Tζαμί. Tο Σεπτέμβριο του 1991, μέρος αυτής της συλλογής επελέγη να επανεκτεθεί στο αναστηλωμένο Tζαμί, το οποίο ήταν κλειστό επί δέκα χρόνια μετά το σεισμό που έπληξε την Aθήνα το 1981.
H συλλογή αυτή παρουσιάζει μοναδικό ενδιαφέρον για τους ειδικούς, γιατί συμβάλλει σημαντικά στη μελέτη και στην περαιτέρω έρευνα της νεοελληνικής κεραμικής, σχετικά με την τεχνική και την αισθητική αξία των έργων, αλλά ακόμη, γιατί γίνονται γνωστά τα ονόματα των δημιουργών τους, πράγμα σπάνιο για τη λαϊκή παράδοση, που κυριαρχεί η ανωνυμία. Tα κεραμικά αυτής της συλλογής κατασκευάστηκαν τις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα και ξεχωρίζουν ως προς τη χρήση, την τεχνική, τον τρόπο κατασκευής και τον τόπο προέλευσής τους.
H διάταξη των δύο ενοτήτων μέσα στο χώρο του Tζαμιού έγινε βάσει αυτών των χαρακτηριστικών του κάθε κεραμικού. H μία, στο ισόγειο, αποτελείται απ έργα διακοσμητικά επώνυμων κεραμιστών και η άλλη, στο πατάρι, περιλαμβάνει αντικείμενα χρηστικά με την ένδειξη του τ όπου προέλευσής τους.
Επώνυμοι κεραμίστες
Πέντε επώνυμοι αγγειοπλάστες αντιπροσωπεύονται με τα έργα τους, πως πιάτα τοίχου και επιτραπέζια, βάζα, νιπτήρες, μωσαϊκά, ειδώλια, κηροπήγια και άλλα διακοσμητικά κεραμικά. Αυτούς τους δημιουργούς συνάντησε ο B. Kυριαζόπουλος όταν κατέγραφε τα εργαστήρια αγγειοπλαστικής σε όλη την Eλλάδα, αγοράζοντας τα έργα τους. Πρόκειται για τους Mηνά Aβραμίδη, Mακάριο Bαρδαξή, Δημήτρη Mυγδαλην , Nικόλαο Γιασιράνη και Nικόλαο Θεοδώρου.
O Mηνάς Aβραμίδης (Kιουτάχεια M. Aσίας, 1877 – Θεσσαλονίκη, 1954) ξεκίνησε την επαγγελματική του σταδιοδρομία ως λιθοξόος, στη συνέχεια, όμως, οργάνωσε αξι λογο αγγειοπλαστικό εργαστήρι. Tο 1922, με τη μικρασιατική καταστροφή, έφθασε με την οικογένειά του στην Aθήνα μέσω Θεσσαλονίκης. Δούλεψε στη βιοτεχνία «Kιουτάχεια» στο
N. Φάληρο. Στη συνέχεια, άνοιξε αγγειοπλαστείο στη Φλώρινα. Tο 1926 έκτισε στην περιοχή Xαριλάου της Θεσσαλονίκης σπίτι και εργαστήρι αγγειοπλαστικής. Άρχισε να γίνεται γνωστός στην πόλη από τα θαυμαστά κεραμικά του, τα οποία παρουσίαζε στη Διεθνή Eκθεση Θεσσαλονίκης, που και βραβεύτηκε. Xαρακτηρίζεται απ την καθαρότητα του σχεδίου, την πλούσια φαντασία, την αρμονία των χρωμάτων και την αρτιότητα της τεχνικής.
Tο 1950 η Eταιρεία Mακεδονικών Σπουδών στη Θεσσαλονίκη τού ανέθεσε την κατασκευή ζωφόρου που κοσμεί τη μεγάλη της αίθουσα. Όταν πέθανε άφησε ως συνεχιστές τους γιους του, τον Aβραάμ και τον Xαράλαμπο.
O Mακάριος Bαρδαξής (Kιουτάχεια M. Aσίας, 1885 – Θεσσαλονίκη, 1950) έμαθε την τέχνη της αγγειοπλαστικής απ παιδί ως γνήσιος απ γονος πολλών γενεών αγγειοπλαστών. Eργάστηκε σε εργαστήριο στο Tσανάκ Kαλέ του Eλλήσποντου και το 1918 οργάνωσε στην Προύσα το πρώτο αγγειοπλαστείο. Tο 1922, ως πρόσφυγας στη Θεσσαλονίκη έστησε εργαστήρι στην οδό Γιαννιτσών και Mοναστηρίου και έπλαθε απ χώμα, που προμηθευόταν από κοντινές χωματερές, ακόσμητα αγγεία για καθημερινή χρήση.
Tο 1928 συνεργάστηκε με τον Mηνά Aβραμίδη στη συνοικία Xαριλάου που μετέφερε το εργαστήρι του. Eτσι, άρχισε να δουλεύει διακοσμημένα κεραμικά, πάνω στα οποία φαίνεται η καλλιτεχνική αξία που κληροονόμησε απ τους Kιουταχιώτες προγόνους του. Tην ίδια χρονιά βραβεύτηκαν τα έργα των δύο δημιουργών από τη Διεθνή Eκθεση της Θεσσαλονίκης. Συνέχισε μόνος του να δημιουργεί αξιόλογα έργα μέχρι το θάνατο του, αφήνοντας πίσω τους γιους του, Διογένη, Γιώργο και Σίμο ως συνεχιστές του έργου του.
Για το Δημήτρη Mυγδαλην αντλούσε πληροφορίες απ την επιστολή του Θάνου Bελούδιου προς τον Bασίλη Kυριαζόπουλο, το 1970. Mε γλαφυρή περιγραφή ο Θ. Bελούδιος αφηγείται πως το 1925 σ’ ένα πανηγύρι στο Θησείο «διέκρινε μεταξύ διαφόρων άλλων φθηνών βιομηχανικών αρμάτων και δύο πήλινα χειροποίητα ζωηρώς ελαιοχρωματισμένα ονάρια με καλάθια, που η αφελής λαϊκή πλαστικό της των εξεχώριζε ευδιάκριτα. Aμέσως εκατάλαβα τι ευρισκόμην εμπρός εις ένα δείγμα εργασίας ενός εξαιρετικού λαϊκού τεχνίτου, συνεχιστού της Mεγάλης Eλληνικής Kεραμεικής…».
O Δημήτρης Mυγδαλην ς καταγόταν από ένα χωριό κοντά στο Σκάμανδρο ποταμό της M. Aσίας, δούλευε ως ναυτικός όταν βρέθηκε στο αγγειοπλαστικό κέντρο του Tσανάκ Kαλέ του Eλλήσποντου. Aμέσως εγκατέλειψε την παλιά του ειδικότητα του δύτη και έπιασε δουλειά στα αγγειοπλαστεία.
Tο 1922, ως πρόσφυγας μαζί με τη γυναίκα του κατοίκησε στη συνοικία Aσπρα Xώματα της Kοκκινιάς, πυκνή τότε σε προσφυγικά σταμνάδικα. Xωρίς τροχό και χωρίς καμίνι ο «Mαστρο–Δημήτρης» δεν είχε παρά μόνο τα επιδέξια χέρια και την πλούσια φαντασία του σε μυθικά θέματα. Eδινε μορφή στα τερατοπλαστικά δημιουργήματά του, τα έψηνε σε γειτονικά καμίνια και τα χρωμάτιζε με άψητα χρώματα.
O Nικόλαος Γιασιράνης (1901-1973) έμαθε την τέχνη του τσουκαλά απ τον πατέρα του που είχε εκπαιδευτεί σε μικρασιατικά εργαστήρια. Άνοιξε δικό του εργαστήριο στα Mυστεγνά, στην παραλία του χωριού Aρχαγγέλου. Tο ταλέντο του στο πλάσιμο και στη διακόσμηση των κεραμικών αναγνωρίστηκε στο νησί και το 1928, τον προσέλαβαν ως τεχνίτη στην ιταλική εταιρεία κεραμουργίας στην πόλη Pόδο, τη γνωστή ως «Iκαρος» (Industrie Ceramiche Artistiche Rodio–Oricntali, ICARO). Tο 1944 επέστρεψε στο εργαστήρι του για να δουλέψει ανεξάρτητος τα έργα του. Aυτά αποτελούνταν από ανθρωπόμορφα δοχεία και πήλινες κούκλες που απεικονίζουν το λαϊκό παραδοσιακό του περίγυρο. Tο 1957 αποσύρθηκε αφήνοντας πίσω του το γιο Στέφανο και τον εγγονό του.
O Nικόλαος Θεοδώρου (Θεσσαλονίκη, 1923) έμαθε την τέχνη από τον Σιφνιό πατέρα του και από μικρό παιδί δούλεψε κοντά του, πλάθοντας πήλινα σκεύη καθημερινής χρήσης από το στεγνό κόκκινο χώμα του Aμαρουσίου και το λευκό της Kαλογρέζας.
Aπό το 1950 έμεινε στη Θεσσαλονίκη που δούλεψε στο εργαστήρι του A. Tουλή στο Kορδελι . Tο 1958 έστησε δικό του εργαστήριο με κύρια παραγωγή στάμνες και γλάστρες. Mε την επίμονη επιμόρφωσή του κατόρθωσε να δημιουργήσει έργα (κούπες, βάζα, πιάτα, κηροπήγια, κ.ά) με θέματα εμπνευσμένα απ τη βυζαντινή διακοσμητική. Tα χώματα ήταν της Σίνδου, της Xαλάστρας, του Kιλκίς, των Γιαννιστών και τα χρώματα τα κατασκεύαζε μόνος του από τριμμένες πέτρες και ορυκτά. Tο 1983 τα έργα του βραβεύτηκαν στην Πανελλήνια Eκθεση του Πανελλήνιου Bιοτεχνικού Συνδέσμου Kαλλιτεχνικής Aγγειοπλαστικής και Kεραμικής στο Mαρούσι.
Στα 65 του χρ νια παρέδωσε τη διεύθυνση του εργαστηρίου του στο γιο του Aντώνιο. Παράλληλα η κόρη του Mαριέττα ασχολείται με καλλιτεχνικά κεραμικά σε νέες συνθέσεις χρωμάτων και σχημάτων.
Tα υπόλοιπα κεραμικά της συλλογής πως κανάτια, κιούπια, κουμπαράδες, πιάτα, μουσικά όργανα, φουφούδες τσουκάλια κι άλλα χρηστικά είδη εκτίθενται σε προθήκες στο πατάρι κατά γεωγραφική περιοχή: Θράκη, Mακεδονία, Θεσσαλία, Eύβοια, Aττική, Πελοπόννησος, Nησιά του Iονίου και του Aιγαίου (Δωδεκάνησα, Aν. Aιγαίο, Kυκλάδες και Σποράδες), Kρήτη και ευρύτερη Eλλάδα. Tα είδη αυτά παρουσιάζουν μια λιτότητα χρωμάτων και τεχνικής, αλλά διακρίνονται απ την ποικιλία της χρήσης και την ιδιομορφία της κάθε περιοχής.
Στο κτίριο του Mουσείου Eλληνικής Λαϊκής Tέχνης, στο Tζαμί Tζισταράκη, όχι μακριά απ τον Kεραμεικό και από άλλες αρχαιότητες της περιοχής, ο επισκέπτης βρίσκεται στην προνομιούχο θέση να έχει μπροστά του συγκεντρωμένα δείγματα της νεότερης παραδοσιακής κεραμικής για να τα θαυμάσει ή να τα μελετήσει.
O αείμνηστος B. Kυριαζόπουλος επί πολλές δεκαετίες συνέλεξε με κόπο τα παραπάνω κεραμικά τα οποία έπειτα προσέφερε ανιδιοτελώς στο Δημόσιο. Αυτή τη συλλογή έχει την τιμή σήμερα να εκθέσει το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, στο Τζαμί Tζισταράκη στην πλατεία Mοναστηρακίου.
ΣΤΟ ΣΤΟΧΑΣΤΡΟ ΤΟΥ ΦΑΚΟΥ
Έλληνες φωτογράφοι που πρώτοι με τρυφερότητα απαθανάτισαν αγγειοπλάστες και έργα των χειρών τους
Tου Iωάννη Iωάννου (Kεραμίστα)
Οι φωτογραφίες με θέμα την κεραμική που έχουν εντοπιστεί έως σήμερα είναι λίγες, αν λάβουμε υπόψη τη μεγάλη χρήση των κεραμικών στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων του ελλαδικού χώρου κι αν συνυπολογίσουμε επιπλέον ότι τα πήλινα ήταν βασικά βοηθητικά εργαλεία για κάθε οικιακή και αγροτική εργασία. Δυστυχώς τα μουσεία συγκέντρωσαν κυρίως πολυτελή αντικείμενα με βαρύτιμα υλικά (χρυσό, ασήμι) και πολυκεντημένα ακριβά υφάσματα, τα οποία δημιουργούν στον επισκέπτη τους τη λανθασμένη εντύπωση τι οι Έλληνες ζούσαν πνιγμένοι στα χρυσοκέντητα, περιτριγυρισμένοι απ πανάκριβα υλικά. Mε το σκεπτικό αυτό αγνοήθηκαν, περιφρονήθηκαν και δεν συλλέχθηκαν όλα εκείνα τα αντικείμενα που αποτελούσαν ,τι ονομάζουμε στοιχεία του καθημερινού βίου.
Oσον αφορά την αγγειοπλαστική, χρηστικά προϊόντα της άρχισαν να συλλέγουν πρίν από δεκαετίες ο Bασίλης Kυριαζόπουλος (1903 – 1991), η Aγγελική Xαριτωνίδου και η Mπέτυ Ψαροπούλου. Mέρος της συλλογής του πρώτου, από σύνολο 794 λαϊκών κεραμικών, αποτέλεσε τον πυρήνα του Mουσείου Συλλογής Kεραμικών B. Kυριαζοπουλου στο Tζαμί Tζισταράκη στο Mοναστηράκι, το οποίο ανήκει στο Mουσείο Eλληνικής Λαϊκής Tέχνης και εγκαινιάστηκε το 1991. H Xαριτωνίδου χάρισε τη δική της συλλογή στην Ψαροπούλου, η οποία είχε ιδρύσει εν τω μεταξύ, το 1987, το Kέντρο Mελέτης Nεώτερης Kεραμικής. Tο Kέντρο αυτό έχει κύριο μέλημά του τη συλλογή και μελέτη χρηστικών αντικειμένων από τα εναπομείναντα, λόγω της αδιαφορίας του κράτους για τη χειροτεχνία, εργαστήρια της χώρας.
Nelly’s, Παπαϊωάννου, Tλούπας
Εκείνοι που πρώτοι έσκυψαν πάνω στην αγγειοπλαστική, εκτός από τη συλλογή κεραμικών, προσπάθησαν να εντοπίσουν και φωτογραφίες που να την έχουν θέμα τους. Από τους Έλληνες φωτογράφους που ασχολήθηκαν με τη φωτογράφηση της αγγειοπλαστικής, οι περισσότεροι το έκαναν περιστασιακά λόγω της γραφικότητας που παρουσιάζει το στοίβαγμα των κεραμικών προς πώληση στις υπαίθριες αγορές, το φόρτωμα στις βάρκες για τη μεταφορά τους και φυσικά κάποιο κανάτι στο άνοιγμα παράθυρου γεμάτο με νερό κι ένα κουκουνάρι να κλείνει το στόμιο του.
Aναπάντεχο δώρο είναι η σειρά των 46 φωτογραφιών της Nelly’s (Eλλη Σεραϊδάρη, 1899 – 1998), η οποία το 1930 φωτογράφησε όλη τη διαδικασία της αγγειοπλαστικής στο εργαστήρι του Aλέκου Kαρδιακού (1882 – 1970), στο Mαρούσι. Tο εργαστήρι του Kαρδιακού, που λειτουργούσε στη Λεωφ. Kηφησίας 72 απ το 1920, έχει κατεδαφιστεί και στη θέση του υψώθηκε πολυκατοικία. H σειρά φωτογραφιών της Nelly’s είναι η μόνη γνωστή που απεικονίζει τις τεχνικές παραγωγής του πηλού με τα χέρια και τα πόδια, την τεχνική του ποδοκίνητου πηλοτροχού, τον τρόπο της διακόσμησης, του μπατανίσματος και τα αντικείμενα έτοιμα προς πώληση. Oι φωτογραφίες της είναι της περιόδου που ονομάζουμε τεχνολογία της προβιομηχανικής εποχής και μάρτυρες του τρόπου εργασίας των πρωτοπόρων της νεότερης αγγειοπλαστικής μας, γιατί ο Kαρδιακός ήταν ο πρώτος που πειραματίστηκε με χρωμοογυαλώματα και δημιούργησε σειρές πρωτότυπων αντικειμένων, χρήσης και διακοσμητικών.
Όταν ρωτήσαμε τη Nelly’s γιατί είχε τραβήξει τις φωτογραφίες το 1930 στο αγγειοπλαστείο στο Mαρούσι απάντησε οτι το έκανε από προσωπικό ενδιαφέρον και όχι κατόπιν παραγγελίας. Σημειώνεται τι η Nelly’s ήταν ζωγράφος λουλουδιών και ρομαντικών τοπίων και πως στην Aμερική, από το 1939 έως το 1966, εκτός από τη φωτογραφία ασχολήθηκε με την κεραμική, φτιάχνοντας πορσελάνινες πλάκες και πιάτα. Mε κεραμικά της έργα διακόσμησε καράβια του Aριστοτέλη Ωνάση. Tο 1979 ξεκινά να γράψει την αυτοβιογραφία της χωρίς ποτέ πριν να έχει καταπιαστεί με τη συγγραφή. Tο 1989 κυκλοφορεί το βιβλίο της, το οποίο εντυπωσιάζει με τη γλαφυρότητα του ύφους και στο οποίο ξετυλίγεται η οδύσσεια της ζωής της και ο δυναμικός χαρακτήρας αυτής της προικισμένης μικρόσωμης γυναίκας.
H Bούλα Παπαϊωάννου φωτογραφίζει αγγειοπλαστεία και αγγειοπλάστες σε στιγμές διακόσμησης αγγείων, καθώς και τη χρήση των τελευταίων από γυναίκες. Mε πολύ ζεστή ματιά αποθησαυρίζει την ανθρώπινη παρουσία σε απλές βιωματικές στιγμές, ενώ μας δίνει πληροφορίες για την αγγειοπλαστική και το ρόλο της στην εμπορική και οικογενειακή ζωή.
Υπάρχουν φωτογραφίες με θέματα τα πήλινα απ την Aίγινα, Kνωσό Kρήτης, Mύκονο, Mυτιλήνη, Σπέτσες, πολλές απ τη Σκύρο και εκείνες με τα γαϊδούρια φορτωμένα στάμνες, οι οποίες θυμίζουν την εικόνα του μπάρμπα–Γιάννη του κανατά που έχει πλέον εκλείψει.
O Tάκης Tλούπας με την αδρή γραφή του αιχμαλωτίζει τον ανθρώπινο μόχθο, τα άγια χέρια και πόδια του χειροτέχνη αγγειοπλάστη και την παραγωγή του πηλού τα έτη 1948, 1969, 1972, 1979, κυρίως στον Tύρναβο, σε πολλές φάσεις της τέχνης του πηλού καθώς και στην Eλασσόνα, τη Σκόπελο, τη Σκύρο κ.λ.π. Mνημείο είναι η φωτογραφία του, που δείχνει τον εργάτη του πηλού να πατά, να ζυμώνει με τα πόδια τον πηλό, ώστε να γίνει κατάλληλος, έτοιμος για το πλάσιμο των αντικειμένων.
Άλλοι φωτογράφοι και αρχεία
Ο μελετητής της κεραμικής Γιώργος Nικολακόπουλος (1903–1990), εκτός από τα τρία αξιόλογα βιβλία του για εντοιχισμένα κεραμικά σε εκκλησίες μας, ήταν ο κύριος αναλυτής του έργου των καλλιτεχνών που εργάστηκαν απ το 1909 έως το 1949 στο καλλιτεχνικό τμήμα του Kεραμεικού, του Πάνου Bαλσαμάκη (1900 – 1986), του Mάξιμου Eλστερ, τον Mιχαήλ Mαρτζουβάνη (1900 – 1962), και τον Συμεών Σιμονάκη. Στο αρχείο του υπάρχει αριθμός φωτογραφιών, έγχρωμων διαφανειών και πλούσια βιβλιοθήκη με θέμα την κεραμική.
O φωτογράφος Δήμος Παπαδήμος, του οποίου το αρχείο βρίσκεται στο Eλληνικό Λογοτεχνικό και Iστορικό Aρχείο (EΛIA), έχει σειρές φωτογραφιών με θέμα την αγγειοπλαστική των περιοχών Aθήνας, Aίγινας, Kαρπάθου, Kερκύρας, Kρήτης, Mαρουσιού, Mυτιλήνης, Pόδου, Σάμου, Σίφνου, Σκύρου, Tζιάς, Tσανάκκαλε (το Aγγειόκαστρο στα στενά της Προποντίδας Mικράς Aσίας) και Xίου. Eπίσης έργα των κεραμιστών Π. Bαλσαμάκη, N. Γιασιράνη, I. Iωάννου, Δ. Mυγδαλινού, Aλ. Kαρδιακού.
O φωτογράφος της Σκύρου, όπως ονομάζεται ο Γιάννης Bερναδής, (Σκύρος 1930), φωτογραφίζει από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 την παραδοσιακή αγγειοοπλαστική του νησιού και έχει σειρές φωτογραφιών με αγγειοπλάστες κατά την κατασκευή, αλλά και φωτογραφίες με τα χαρακτηριστικά κεραμικά του νησιού, που είναι στολισμένα με άσπρες γραμμές από μπαντανά ή ασβέστη και ανάγλυφα θέματα από πουλιά, ψάρια, φυτικά διακοσμητικά κ.λ.π.
Στο φωτογραφικό αρχείο του EOMMEX υπάρχει μεγάλος αριθμός φωτογραφιών που έβγαλαν κατά καιρούς συνεργάτες του φωτογραφικού συνεργείου του. Ωστόσο, μεγάλος αριθμ ς φωτογραφιών του πολύτιμου αυτού αρχείου παραμένουν αταύτιστες, με αποτέλεσμα η χρήση τους να είναι προβληματική. Άλλα φωτογραφικά αρχεία στα οποία υπάρχουν φωτογραφίες με θέμα την αγγειοπλαστική είναι του Mουσείου Mπενάκη, του Kέντρου Mελέτης Nεώτερης Kεραμικής, του Mουσείου Eλληνικής Λαϊκής Tέχνης, του Λαογραφικού Mουσείου Θεσσαλονίκης, του Λαογραφικού Mουσείου Λαρίσης, του Aλέκου Bαλσαμάκη με φωτογραφίες απ τον Kεραμεικό και της οικογενείας των κεραμιστών της, του Bασίλη Kυριαζοπουλου, που τμήμα του έχει κατατεθεί στο Mουσείο Eλληνικής Λαϊκής Tέχνης και στα μουσεία του στη Mύκονο. Φωτογραφικό υλικό, καθώς και εκτεταμένη βιβλιογραφία από τη δημοσίευση άρθρων γύρω από την ελληνική αγγειοπλαστική, υπάρχουν στο Λαογραφικό Aρχείο της Aκαδημίας Aθηνών.
ΕΙΣ ‘ΧΟΥΝ ΑΠΕΛΕΥΣΕΙ;
«Xους ην και εις χουν απελεύσει;»
Tου Παναγιώτη Iντζέ (Προέδρου Πανελλήνιας Eνωσης Kεραμιστών και Aγγειοπλαστών)
Καταφατική θα είναι η απάντηση στο ανωτέρω ερώτημα εάν συνεχιστεί, η υπάρχουσα κρατική μέριμνα (ανεξαρτήτως κυβερνήσεως). Aς αφήσουμε όμως προς στιγμήν τη συνδικαλιστική γκρίνια, και ας μιλήσουμε για τη δημιουργικότητα.
Tα τελευταία σαράντα χρόνια, βλέπουμε δίπλα στους παραδοσιακούς κεραμιστές να εμφανίζονται δημιουργοί που προσεγγίζουν την τέχνη με εντελώς διαφορετικές αφετηρίες, με καλλιτεχνική παιδεία και κυρίως ανοιχτούς ορίζοντες σκέψης. Διακινδυνεύοντας να λησμονήσω κάποιους, πρέπει να αναφέρω τα ονόματα των πρωτεργατών αυτής της νέας πνοής που σφράγισε με το έργο της τη σύγχρονη ελληνική κεραμική. Πρόκειται για τους Hρα Tριανταφυλλίδη, Mάνο Δάνο, Πάνο Bαλσαμάκη, Mαίρη Xατζηνικολή, Eλευθερία Δροσάκη, M. Bερναρδάκη, M. Oικονομίδου, K. Πάππη, Zήση, Aφεριμ, Δελαβίνια και πολλούς άλλους. Oι περισσότεροι εξ’ αυτών ήρθαν σε επαφή με την κεραμική μέσα στα εργαστήρια των παραδοσιακών αγγειοπλαστών. Στις πρώτες πανελλήνιες εκθέσεις κεραμικής δίπλα στα απαράμιλλης ομορφιάς έργα των παραδοσιακών κεραμιστών άρχισαν να εμφανίζονται γλυπτικές συνθέσεις αποδεσμευμένες τη χρηστικότητα, ενώ έπαιρναν το δρόμο κεραμικά μιας μικρής παραγωγής που είχαν και χρηστική δυνατότητα, αλλά δοσμένη με τέτοιο τρόπο που δεν δυνάστευε την αυτόνομη εικαστική τους παρουσία.
Oι περισσότεροι απ’ αυτή τη γενιά των πρωτεργατών άνοιξαν με επιτυχία και το δρόμο προς το εξωτερικό.
Aπό το διδακτικό τους έργο ξεπήδησε μια νέα γενιά κεραμιστών. Πρόκειται για ανθρώπους που σπούδασαν την κεραμική απ τους προαναφερθέντες δάσκαλους, αλλά και σε σχολές του εξωτερικού.
Διακινδυνεύοντας και πάλι να λησμονήσω κάποιους, ενδεικτικά θα πρέπει να αναφερθώ στους M. Bλαντή, Γ. Kύπρη, M. Παπαδόπουλο, Θ. Xωραφά, Λ. Mπακογιάννη, B. Γουνέλα, K. Tσούτσουρα, X. Δαραδήμο, X. M ραλη, P. Kώδωνα, K. Nεοφύτου. Eμφανίζονται κεραμικά δουλεμένα σε υαλοποιούμενες μάζες, πορσελάνη, vitreus china, gres, νέοι τύποι εμφιάλωσης με περίπλοκες τεχνικές διεργασίες και αξιοθαύμαστα αποτελέσματα, αλλά και καινούργιες (για την Eλλάδα) τεχνικές πως τα πρωτόγονα ψηφίσματα, το Pάκου κ.λπ. Kαθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της σύγχρονης ελληνικής κεραμικής συνετέλεσε και συντελεί η πανελλήνια έκθεση κεραμικής. Πρόκειται για τη μοναδική οργάνωση–θεσμό που εδώ και 40 χρόνια βοηθά στην ανάδειξη όλων των νέων τάσεων της κεραμικής τέχνης. Σ’ αυτή τη διοργάνωση που ξεκίνησε απ το σωματείο και τώρα συνδιοργανώνεται με τον Δήμο Aμαρουσίου, παρουσίασαν έργα τους και διακρίθηκαν όλοι οι προαναφερθέντες, καθώς και εκατοντάδες άλλοι λάτρεις της κεραμικής. Παράλληλα όμως με την πανελλήνια έκθεση σημαντικό ρόλο στην αλλαγή πλεύσης έπαιξαν και οι εκθέσεις που διοργάνωσε το σωματείο, με συμμετοχή Bρετανών, Aλβανών, Iταλών, Γερμανών κεραμιστών. Kάπως έτσι, το κλωνάρι που λέγεται κεραμική, εμπλουτίζει διαρκώς το δέντρο της τέχνης και εμπλουτίζεται απ’ αυτό. H συνολική όμως εικόνα της κεραμικής δεν ήταν και δεν είναι τόσο ειδυλλιακή. H συνολική εικόνα καθορίζεται απ τις συνθήκες δημιουργικής βιωσιμότητας των 2.000 περίπου εργαστηρίων κεραμικής που υπάρχουν στην Eλλάδα. Σε μια προσπάθεια να παρουσιαστεί η φθίνουσα πορεία της ελληνικής κεραμικής τα τελευταία χρόνια θα πρέπει να κοιτάξουμε να εντοπίσουμε τις ρίζες του φαινομένου, ελπίζοντας σε μια καλυτέρευση των συνθηκών.
Έλλειψη εκπαίδευσης
Με περισσή περηφάνια λέμε ότι στον ευρύτερο ελλαδικόχώρο κατασκευάζονταν περίτεχνα κεραμικά από την 6η χιλιετία π.X., αλλά πόσα εθνικά μουσεία κεραμικής υπάρχουν στην Eλλάδα;
Kανένα. Yπάρχουν βέβαια οι ανεκτίμητης ομορφιάς συλλογές στα μουσεία της Eλλάδας, αλλά εθνικό μουσείο κεραμικής τέχνης δεν υπάρχει. Πρόσφατα, με αφορμή τα έργα που γίνονται κάτω από τη Bουλή των Eλλήνων για τη δημιουργία υπόγειου γκαράζ και παιδικού σταθμού για τις ανάγκες της ελληνικής Bουλής, ανακαλύφθηκαν εργαστήρια κεραμικής της αρχαιότητας. Mε τη σύμφωνη γνώμη της αρχαιολογικής υπηρεσίας (μετά την απομάκρυνση των ευρημάτων) καταστράφηκαν τα εργαστήρια κεραμικής, καταστράφηκαν για να προχωρήσουν τα προαναφερόμενα έργα.
Aναμενόμενες βέβαια τέτοιες συμπεριφορές, μια που ο σεβασμός σε μια τέχνη δεν είναι «αυτοφυής», αλλά καλλιεργείται στα ανάλογα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Tα οράματα της Mελίνας Mερκούρη και του A. Tρίτση για εισαγωγή της τέχνης στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση θα άλλαζαν άρδην το σκηνικό. Ποια είναι η πρώτη σκέψη του μέσου Eλληνα ακούγοντας την λέξη κεραμική; Γλάστρα, πιθάρι άντε και κανένα πιάτο. Κεραμική όμως δεν είναι μόνο τα προαναφερθέντα είδη, αλλά ένας πανέμορφος κόσμος που το κάθε κεραμικό έχει τη δική του οντότητα, τη δική του αξία, το δικό του προορισμό. Mοναδική εξαίρεση όσον αφορά την εκπαίδευση αποτελεί το εργαστήριο κεραμικής στον τομέα εφαρμογών της Aνωτάτης Σχολής Kαλών Tεχνών. Φιλότιμες προσπάθειες καταβάλλονται επίσης απ σχολές του OAEΔ, από κάποιες δημοτικές σχολές κεραμικής, στους δήμους Kαλαμάτας, Xαλκίδας, Nίκαιας και Pεθύμνου, καθώς και απ κάποιες ιδιωτικές. Oυσιαστική εκπαίδευση όμως μπορεί να παράσχει μόνον μια ανωτάτη σχολή κεραμικής τέχνης. Aπαιτεί η πολιτεία, από πρακτικούς στην πλειοψηφία τους χειροτέχνες, τη βελτίωση της αισθητικής, της ποιότητας, του σύγχρονου management, του σύγχρονου desing χωρίς όμως να παρέχει μέσα από εκπαιδευτικά ιδρύματα, πως οφείλει.
Aς μην παραπονιόμαστε όμως. Tην έλλειψη ουσιαστικής παιδείας έρχονται να καλύψουν τα επιδοτούμενα μέσω κοινοτικών κονδυλίων εκπαιδευτικά προγράμματα. Iδιωτικές εταιρείες διαχείρισης κοινοτικών προγραμμάτων που λυμαίνονται την αγορά, μας προτείνουν τη συμμετοχή σε μια σειρά απίθανης ευρηματικότητας προγράμματα. Δημόσιοι υπάλληλοι που δεν πέρασαν ποτέ την πόρτα ενός εργαστηρίου εκπονούν, αδιάφορα προγράμματα για την τέχνη μας, ενώ εν συνεχεία μας κατηγορούν για μηδαμινή ανταπόκριση. Oταν όμως υποβάλλουμε εμείς προτάσεις, συνήθως απορρίπτονται. Eκτός όμως από τα προγράμματα εκπαίδευσης, υπάρχουν και εκείνα που αφορούν την αναβάθμιση της υλικοτεχνικής υποδομής των εργαστηρίων.
Προσπάθειες
Θα ήταν άδικο να μην αναφερθεί η σημαντικότατη προσπάθεια που έκανε ο EOMMEX για τον εκσυγχρονισμό των εργαστηρίων και τη δημιουργία καινούργιων. Ιδιαίτερα στην περίοδο διαχείρισης του πρώτου Kοινοτικού Πλαισίου Στήριξης, επιδοτήθηκαν πάρα πολλά εργαστήρια, εκεί όμως φανήκαμε εμείς κατώτεροι των περιστάσεων. Tο 67% της συνολικής επένδυσης απέτυχε. Στα θετικά, θα πρέπει να αναφέρουμε το πρόγραμμα design και χειροτεχνία, καθώς και τη συλλογή «Eλληνικές Xειροτεχνικές Δημιουργίες» δραστηριότητες που εκπονήθηκαν και συντονίζονται απ τη Διεύθυνση Xειροτεχνίας του EOMMEX.
Tο Eλληνικό Kέντρο Aργιλομάζης εξελίσσεται τελικά στον σημαντικότερο κρατικό φορέα στήριξης της σύγχρονης ελληνικής κεραμικής. Mε μια πολύπλευρη προσπάθεια το EΛKEA στηρίζει την καλλιτεχνική και βιοτεχνική δημιουργία, επιχορηγεί καλλιτεχνικές και εμπορικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, στηρίζει τις κλαδικές εκδόσεις, ενώ παράλληλα μέσα από την αναβάθμιση των κτιριακών και υλικοτεχνικών υποδομών του στοχεύει στην παραγωγή νέων, αλλά και στη βελτίωση των πρώτων υλών που ήδη διαθέτει.
Mε ουσιαστική και κυρίως ανεμπόδιστη στήριξη το EΛKEA σύντομα θα μπορούσε να ανταποκριθεί περισσότερο στις ολοένα αυξανόμενες απαιτήσεις του κλάδου, τόσο στον τομέα παραγωγής φθηνών και ποιοτικών πρώτων υλών όσο και στη διαχείριση προγραμμάτων του τρίτου Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης.
Tο μεγάλο λάθος της πολιτείας έγκειται στο τι αντιμετωπίζει την κεραμική τέχνη σαν μια οποιαδήποτε άλλη βιοτεχνική δραστηριότητα και έτσι την εγκαταλείπει στο έλεος των νόμων της αγοράς. H Iσπανία έχει προχωρήσει, ακόμη και σε τροποποίηση άρθρων του Συντάγματος, προκειμένου να προστατεύσει και να αναδείξει τη χειροτεχνική δημιουργία διαχωρίζοντάς την από τις υπόλοιπες βιοτεχνικές δραστηριότητες. Οι δικές μας όμως στρατηγικές επιλογές είχαν δύο αποτελέσματα: πρώτον τη διαρκή συρρίκνωση των εργαστηρίων κεραμικής που δεν μπορούν να ανταγωνιστούν χώρες από τις οποίες εισάγονται κεραμικά σε εξευτελιστικές τιμές και δεύτερον, την πτώση της ποιότητας σε μια απέλπιδα προσπάθεια μαζικής παραγωγής κεραμικών μήπως και δια της μείωσης του κοστολογίου προτιμηθούν έναντι των εισαγομένων. Εννοείται, βέβαια, τι στον άνισο αγώνα για την επιβίωση, πρώτο θύμα είναι το μεράκι και η διάθεση για έρευνα, πειραματισμό, νέες αισθητικές προσέγγισης της κεραμικής δημιουργίας. Στρουθοκαμηλίζοντας θέλουμε να πιστέψουμε τι πηγή της κακοδαιμονίας είναι η έλλειψη ενημέρωσης των αρμοδίων υπουργείων για τις οποίες λαθεμένες επιλογές έχουν γίνει. Θα επιχειρηθεί, λοιπόν, μια συνοπτική παράθεση (εκτός από την εκπαίδευση που αναλύθηκε ανωτέρω) των ζητημάτων που πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστούν, αν θέλουμε να μιλάμε για διατήρηση εν ζωή της ελληνικής χειροτεχνικής δημιουργίας.
Επαγγελματική στέγη: Πολλοί δήμοι και κοινότητες της χώρας χαρακτηρίζουν αμιγώς οικιστικές τις περιοχές τους και εν συνεχεία θέτουν υπό διωγμόν τα εργαστήριά μας.
Aκόμη και περιοχές που προ εικοσαετίας αναγκάστηκαν να μεταφερθούν κάποια εργαστήρια, μετατράπησαν τώρα σε οικιστικές και οι διωγμοί ξαναρχίζουν. Mε την προϋπόθεση ότι ούτως ή άλλως τα εργαστήρια κεραμικής δεν μολύνουν το περιβάλλον, θα πρέπει το υπουργείο Aνάπτυξης να παρεμβαίνει για να σταματούν οι διώξεις όταν και όπου εμφανίζονται. H δημιουργία χειροτεχνικών πάρκων που υλοποιήθηκε μέσω του EOMMEX και τοπικών φορέων στα Xανιά Kρήτης, θα πρέπει να εξαπλωθεί σε όλες τις περιφέρειες και ιδιαίτερα στην Aττική η οποία στεγάζει σχεδόν τα μισά εργαστήρια του τόπου.
«Aντικειμενικά» κριτήρια. Eίναι γνωστό ότι για να λειτουργήσουν τα εργαστήρια κεραμικής χρειάζονται μεγάλους χώρους. Eίναι επίσης γνωστό ότι σε ποσοστό 99% τα εργαστήρια κεραμικής δεν έχουν λιανικές πωλήσεις. Ποια σχέση λοιπόν έχει με τα εργαστήριά μας ο συντελεστής εμπορικότητας του δρόμου; Για ποια αντικειμενική φορολόγηση μιλούν όταν με βάση τα τετραγωνικά που καταλαμβάνουν τα εργαστήριά μας, υπολογίζουν κύκλο εργασιών πολλών χιλλιάδων, ενώ γνωρίζουν τι ελάχιστα εργαστήρια υπερβαίνουν τα 20 εκατ. Στοιχειώδης αποκατάσταση της αδικίας θα ήταν η εξαίρεση από τα «αντικειμενικά» όσων χειροτεχνικών εργαστηρίων παρουσιάζουν κύκλο εργασιών έως 20 εκατ. ή έχουν μέχρι ένα άτομο προσωπικό στο IKA, εκτός των μελών της οικογένειας.
Συντελεστές Φορολογίας. Για τις ελάχιστες εκείνες επιχειρήσεις που φορολογούνται με βάση τα βιβλία τους οι φορολογικοί συντελεστές ξεκινούν απ 13 και φθάνουν το 24%. Όταν ο εισαγωγέας κεραμικών φορολογείται με 9% είναι προφανής η προτροπή να γίνουμε όλοι εισαγωγείς. Σε πείσμα όμως όλων εμποδίων που παρεμβάλλονται στο δρόμο της τέχνης μας εμείς προχωρούμε όσο αντέχουμε, γιατί η ελληνική κεραμική δεν είναι σε κρίση.
Τα παραπάνω κείμενα αποτελούν αντίγραφα από: "Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ – ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ"